πειτα από έναν χρόνο ανώνυμων αξιολογήσεων σε Αττική και Κρήτη από εκπαιδευμένους επιθεωρητές, ο διεθνούς κύρους γαστρονομικός οδηγός Gault & Millau δημοσίευσε -στην ιστοσελίδα του και εν μέσω πανδημίας- τις πρώτες αξιολογήσεις για τα ελληνικά εστιατόρια, συμπεριλαμβάνοντας στην παρθενική του έκδοση 58 POP (γαστρονομικά spots που προτείνoνται χωρίς αξιολόγηση) και 223 επιχειρήσεις εστίασης.
Οι διακρίσεις είναι ο καρπός της ποιοτικής και δημιουργικής εργασίας ενώ χώρου που δοκιμάζεται και πλήττεται όσο λίγοι το τελευταίο διάστημα, με απώτερο σκοπό να προσφέρουν ηθική ικανοποίηση αλλά και δύναμη σε εστιάτορες, σεφ και προσωπικό.
Η αξιολόγηση του Gault & Millau γίνεται μέσω επιθεωρητών, που ανώνυμα επισκέπτονται εστιατόρια και εν συνεχεία βαθμολογούν τόσο το φαγητό όσο και το σύνολο των υπηρεσιών σε αυτά, με βάση ενός διεθνούς και δοκιμασμένου αλγορίθμου. Σε κάθε επίπεδο αξιολόγησης από τα πέντε συνολικά αντιστοιχεί ένας αριθμός σκούφων (toques) και για να μπορέσει μία επιχείρηση να μπει στη λίστα θα πρέπει να συγκεντρώνει ελάχιστη βαθμολογία 10/20. Η ιεράρχηση των αξιολογήσεων κυμαίνεται ως εξής: Από 11-12,5 αντιστοιχεί 1 σκούφος, από 13-14,5 2 σκούφοι, από 15-16,5 3 σκούφοι, από 17-18,5 4 σκούφοι και τέλος, από 19-20 5 σκούφοι.
Στη φετινή, πρώτη ελληνική έκδοση του Gault & Millau 121 εστιατόρια απέσπασαν έναν σκούφο, 22, 2, και 2 (Σπονδή και Botrini’s), 3.
Παράλληλα ο Gault & Millau εγκαινίασε και μία πλατφόρμα αλληλεγγύης όπου όλοι μπορούν να στηρίξουν τα αγαπημένα τους εστιατόρια. Μπορείς να δεις αναλυτικά τη λίστα εδώ.