Άσπρο–άσπρο και τραγανό, το κουνουπίδι γίνεται νοστιμότατο με ένα απλό βράσιμο σε καλά αλατισμένο νερό και μόνο τόση ώρα, όση χρειάζεται ίσα για να μαλακώσει. Είναι μεγάλη αδικία γι' αυτό το περίφημο κηπευτικό το πολύ βράσιμο: το κάνει "νιανιά" και του αφαιρεί την εξαιρετική τραγανή υφή του. Aν, μάλιστα, το βράσιμο γίνει σε πολύ νερό, χάνουμε αρκετές από τις περίφημες θρεπτικές του ουσίες, αφού περνούν στο υγρό. Ακόμα και η βαριά μυρωδιά, που κάποιες φορές ενοχλεί πολύ, όσο περισσότερο το βράζουμε τόσο πιο έντονη γίνεται. Παραμένοντας στον απλό τρόπο του βρασίματος και με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε (καλά αλατισμένο και σε μικρή ποσότητα νερό) το βραστό κουνουπίδι είναι μια εύκολη και νόστιμη σαλάτα, που μπορεί να συνοδευτεί από μια μεγάλη ποικιλία σάλτσες: το κλασικό λαδολέμονο, απλή μαγιονέζα, πέστο, αγιολί, horseradish, tartare, για να μείνουμε στις κρύες σάλτσες, που σχεδόν όλες μπορούμε να τις αγοράσουμε έτοιμες. Με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να το απολαύσουμε και ωμό αν το κόψουμε σε μικρά μπουκετάκια και χρησιμοποιήσουμε τις παραπάνω σάλτσες σαν dip. Πολλοί σεφ, φτιάχνουν "κους-κους" από κουνουπίδι. Δεν υπάρχει τίποτα το δύσκολο σ' αυτό. Απλώς, παίρνουμε ένα μπουκέτο και το τρίβουμε στον τρίφτη. Μετά, ρίχνουμε τα αρτύματα που θέλουμε. Ας σκεφθούμε ένα ταμπούλι με κουνουπίδι (αντί για πλιγούρι): βάζουμε το τριμμένο κουνουπίδι, ελαιόλαδο, λεμόνι, ψιλοκομμένο μαϊντανό, αλάτι, και… έτοιμο!
Γενικά, το κουνουπίδι, όπως κι αν είναι, βραστό, ωμό -μην ξεχάσουμε και το κουνουπίδι στον ατμό-, δέχεται τα ίδια αρτύματα και αγαπάει τις δυνατές γεύσεις: λεμόνι, κάπαρη, σκόρδο, κρεμμύδι και βεβαίως το καλό ελαιόλαδο, που το αναδεικνύει ιδιαιτέρως, συν αλίπαστα, όπως λακέρδα, αντσούγιες, μαρινάτο γαύρο και τα συναφή. Περνώντας στη μαγειρεμένη του μορφή, το κουνουπίδι αποδεικνύεται champion ευελιξίας. Γίνεται κοκκινιστό, ταιριάζει με ζυμαρικά, γίνεται γκρατέν, πηγαίνει με κρέατα και αλλαντικά, με θαλασσινά και ψάρια, μπαίνει στον φούρνο, γίνεται τηγανητό, αγαπάει το τυρί, λατρεύει την κρέμα γάλακτος, ταιριάζει με το κάρι και τα επιμέρους μπαχαρικά που συμμετέχουν στο κάρι (κύμινο, κόλιναδρο, τζίντζερ), κάνει μια χαρά παρέα με το πορτοκάλι.
Σε διατροφικό επίπεδο, ως μέλος της ομάδας των σταυρανθών, ανήκει στην dream team των σούπερ αντιοξειδωτικών, αντιγηραντικών τροφίμων μαζί με το μπρόκολο, το λάχανο και τα λαχανάκια Βρυξελλών και περιέχει, εκτός από τα διάσημα αντιοξειδωτικά, μεγάλη ποσότητα βιταμίνης C (που θα τη χάσει με το πολύ βράσιμο) και πολλές ίνες.
Λίγα tips:
Όταν το χωρίσουμε σε μπουκετάκια, καλό είναι να το ρίξουμε σε νερό με ξύδι για να φύγουν τα έντομα που ίσως κρύβονται ανάμεσα.
Το βραστό κουνουπίδι θα μείνει άσπρο, αν προσθέσουμε 1–2 κ.σ. λεμόνι ή ξύδι στο νερό του βρασίματος ή 1 φλ. γάλα –το γάλα του δίνει και πιο ήπια γεύση.
Όταν θέλουμε να το βράσουμε ολόκληρο, αφού βγάλουμε τα φύλλα και κόψουμε το κάτω μέρος του κοτσανιού, χαράζουμε ένα Χ στο κοτσάνι περίπου 1,5 εκ. βαθύ για να βράση πιο γρήγορα ή, για να το πούμε καλύτερα, να βράσει το κοτσάνι στον ίδιο χρόνο που θα βράσουν και τα μπουκετάκια.
Διαλέγοντας ένα κουνουπίδι, καλό είναι να μην έχει μαύρα στίγματα ή κίτρινες περιοχές στην επιφάνειά του αλλά να είναι κάτασπρο. Αν, όμως, δεν το προσέξαμε ή αν αναπτύχθηκαν στην πορεία επειδή το ξεχάσαμε έξω από το ψυγείο 2-3 μέρες, αφαιρούμε απλώς με ένα κοφτερό μαχαίρι τις προσβεβλημένες περιοχές. Το υπόλοιπο θα είναι μια χαρά για μαγείρεμα.
Το κουνουπίδι διατηρείται (άπλυτο), στο ψυγείο για καμιά βδομάδα, τυλιγμένο με μεμβράνη.
Λένε, πως η βαριά μυρωδιά που αναδίδει όταν βράζει, μειώνεται αν ρίξουμε ένα-δυο κομμάτια ψωμί στο νερό. Μειώνεται, επίσης, αν τοποθετήσουμε μια χοντρή φέτα ψωμί επάνω στο τάπωμα της κατσαρόλας.
Πέρα από τις συνταγές που ακολουθούν, εδώ υπάρχουν και άλλες κουνουπιδοσυνταγές και πολλές πληροφορίες για τη διατροφική του αξία.
Updated: 02/02/21
Ημερομηνία α' δημοσίευσης: 09/12/17