Είναι αλήθεια ότι η γοητεία του ελληνικού καλοκαιριού βασίζεται σε μεγάλο βαθμό και στην ανάλαφρη κουζίνα του. Άλλο τόσο βέβαιο είναι ότι ο οίστρος του κρασιού, καθώς αποτελεί παλιά υπόθεση για την Ελλάδα, δεν ήταν δυνατό να αφήσει έξω από το παιχνίδι τα νησιά.
Η μαγεία των σύγχρονων κρασιών των ελληνικών νησιών είναι πολυεπίπεδη. Τη βρίσκουμε αφενός στον πλούτο των στιλ και χαρακτήρων και αφετέρου στο γεγονός ότι οι συνθήκες κάθε νησιού επέβαλαν τη χρήση συγκεκριμένων ποικιλιών σταφυλιού και ανέδειξαν το δυναμικό και τα προσόντα τους. Ιδιαίτερα ζουμερού ενδιαφέροντος είναι όμως και το γεγονός ότι τα κρασιά των ελληνικών νησιών είναι πιθανόν τα μόνα που γλίτωσαν από την «αυταρχικότητα» των διεθνών ποικιλιών σταφυλιού.
Πες μου την περιοχή, να σου πω το στιλ
Κεφαλονιά
Με τη Ρομπόλα της ήταν και εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχος των Επτανήσων. Σημαντικό ρόλο έχει η οινοποιία Gentilini της οικογένειας Κοσμετάτου, με μεστά στη γεύση κρασιά από Ρομπόλα και άλλες (ελληνικές και διεθνείς) ποικιλίες, αλλά και ο Συνεταιρισμός που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός της περιοχής.
Σαντορίνη
Το ηφαιστιογενές έδαφος και το δυναμικό του Ασύρτικου κάνουν τη Σαντορίνη μία από τις πιο ενδιαφέρουσες οινοποιητικές περιοχές της Ελλάδας και της Ευρώπης ολόκληρης! Οι διαφορετικές γεωγραφικές θέσεις των αμπελώνων και ο μεγάλος αριθμός οινοποιών προσφέρουν μια συναρπαστική ποικιλία από αριθμό και στιλ-προσωπικότητες κρασιών από τα πιο φινετσάτα και κομψά μέχρι τα πιο πλούσια και «σφιχτοδεμένα» – με διαφορετικά επίπεδα εμφάνισης της περίφημης mineralit, (αυτή η αίσθηση τσακμακόπετρας) του Ασύρτικου, που βοηθιέται σημαντικά και από το ηφαιστειακά εδάφη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στη Σαντορίνη επένδυσε όλες τις γνώσεις και την εμπειρία του ο Γιάννης Παρασκευόπουλος της «Γαία Οινοποιητική»,όταν ξεκίνησε τις δικές του δραστηριότητες. Η χαρισματική προσωπικότητά του, που γρήγορα ταίριασε με το ρεαλισμό του δυναμικού συνεταίρου του Λέοντα Καράτσαλου, εκτίναξαν τη φήμη του «Θαλασσίτη» στα ύψη σχεδόν αμέσως και τον έκαναν από τα πιο γνωστά και αγαπητά κρασιά. Το οινοποιείο στην περιοχή της Έξω Γωνιάς έβαλε απλώς την καθοριστική πινελιά αυτονομίας στη σοβαρότητα της προσπάθειας. Ο «Θαλασσίτης», πιο λεμονάτος και σφιχτοδεμένος στην «απλή» του εκδοχή, παρουσιάζεται πιο πλούσιος και «στρογγυλός» και με μεγαλύτερη γκάμα αρωμάτων όταν τον αγγίξει το βαρέλι. Εξαιρετική είναι και η περίπτωση του Πάρι Σιγάλα. Σαντορινιός ο ίδιος, από την Οία όπου έχει και το οινοποιείο του, προτείνει και «απλή» Σαντορίνη, και περασμένη από βαρέλι. Στα κρασιά του Σιγάλα βρίσκουμε μεγάλο πλούτο και σχετική ηπιότητα γεύσης.
Κρήτη
Είναι αρκετά γνωστό και μάλλον θα είναι πάντα έτσι: σε κάθε χώρα με παράδοση στην οινοποιία, οι μόνοι που φλερτάρουν με την ποιότητα είναι οι πρωτοπόροι – οι οποίοι όχι μόνο αλλάζουν το τοπίο, αλλά δημιουργούν και τη φήμη της περιοχής ή της χώρας. Ενώ η οινοποιητική Κρήτη παρουσίαζε για πάρα πολύ καιρό στασιμότητα, τα τελευταία χρόνια φάνηκαν τα πρώτα σημάδια της ανοδικής πορείας. Στην αρχή ήταν μερικοί παλαιότεροι και πιο καινούριοι, μικρού μεγέθους, οινοποιοί, που προσπάθησαν να αναδείξουν ξεχασμένες ποικιλίες σταφυλιού του νησιού τους και να πειραματιστούν με διεθνείς. Ήταν όμως η εποχή που στο παιχνίδι άρχιζε να μπαίνει δυνατά και η Creta Olympias, από τις πιο γνωστές και παλιές και ίσως η πιο μεγάλη οινοποιία της Κρήτης. Σήμερα η Creta Olympias στέκεται πολύ γερά (οικονομικά) στα πόδια της, διαθέτει ένα εξαιρετικό οινοποιείο και πάνω απ’ όλα βρίσκεται στην πιο δημιουργική περίοδό της. Το εξαιρετικό οινολογικό δυναμικό της «κεντάει» και έχει, κατά τη γνώμη μου, τη δυνατότητα να αξιοποιήσει ακόμα πιο δημιουργικά και ορεξάτα τη δουλειά σε βάθος, την οποία άρχισε πριν λίγα χρόνια. Τελείως ιδιότυπη είναι η περίπτωση της καινούριας οινοποιίας Μανουσάκη στην περιοχή των Χανίων. Τόσο λόγω μικρού μεγέθους, όσο και γιατί ο Κρητικός Θόδωρος Μανουσάκης, με τον αέρα του επιτυχημένου στην Αμερική επιχειρηματία, αποφάσισε όχι απλώς να βάλει το χέρι βαθιά στην τσέπη, αλλά κυρίως να έρθει σε πλήρη ρήξη με τις συνήθειες του τόπου του. Με ένα εξαιρετικό γαλλο-σπουδασμένο ντόπιο δυναμικό (Κωστής Γαλάνης) και με τη συνεχή παρακολούθηση επιφανών συμβούλων από το εξωτερικό, η οινοποιία Μανουσάκη παράγει κρασιά μόνο από ποικιλίες του γαλλικού νότου, κυρίως της περιοχής του Ροδανού.
Ρόδος
Οι κυματισμοί του ταξιδιού στα νησιά των κρασιών μάς φέρνουν τώρα σε τόπους, όπου το παιχνίδι των αρωμάτων και των γεύσεων γίνεται συνήθως σε ήπιους γευστικούς τόνους (με εξαίρεση τα σπουδαία γλυκά Anthemis και Nectar της Σάμου) και σε κλίμα που μυρίζει Μοσχάτο. Πράγματι, εκτός από την Πάρο όπου δεν υπάρχουν κρασιά από Μοσχάτο, οι δύο οινοποιίες της Ρόδου (Cair και Εmery), αλλά και οι συνεταιρισμοί της Σάμου και της Λήμνου, όπως και οι δύο ιδιώτες παραγωγοί της Λήμνου (Χωνάς και Χατζηγεωργίου), χρησιμοποιούν Μοσχάτο για την παραγωγή και γλυκών και ξηρών κρασιών.
Τήνος
Είναι γνωστό πόσο συχνά οι Έλληνες επιχειρηματίες κάνουν θαύματα και συνεχίζουν να αστράφτουν στο εξωτερικό. Και επιτυχημένοι πλέον, θέλουν να βάλουν τη σφραγίδα τους και στην Ελλάδα. Ποιος θα το φανταζόταν ότι η γοητευτικότατη Τήνος θα μπορούσε να «εμπλακεί» στην παραγωγή ποιοτικών κρασιών; Φαίνεται ότι χρειαζόταν ο συνδυασμός παρθένου εδάφους, ώστε τα πάντα να ξεκινήσουν εξαρχής σωστά, με την τόλμη και τη δύναμη του επιτυχημένου στο εξωτερικό. Ο Αλέξανδρος Αβατάγγελος έφτιαξε την εταιρεία «Τηνιακοί Αμπελώνες» και φύτεψε 150 τουλάχιστον στρέμματα με ελληνικές κυρίως ποικιλίες σταφυλιού. Επειδή οι πληροφορίες είναι ακριβείς και επιβεβαιωμένες, σε λίγα μόλις χρόνια ο πρώτος τρύγος και η πρώτη εσοδεία κρασιών προοιωνίζονται να δώσουν τα πρώτα ποιοτικά δείγματα γραφής.
Ποικιλίες σταφυλιού
Λευκές
Αθήρι
Ποικιλία των νησιών του Αιγαίου, με καταγωγή τη Ρόδο. Υπάρχει και στη Σαντορίνη. Δίνει ελαφριά, ξηρά κρασιά.
Ασύρτικο
Μακράν η καλύτερη, ευγενέστερη και με τεράστιες δυνατότητες, λευκή ελληνική ποικιλία σταφυλιού. Είναι μέχρι στιγμής η μόνη ελληνική ποικιλία που έχει τραβήξει την προσοχή ξένων ειδημόνων. Στον τόπο καταγωγής της, τη Σαντορίνη, μεγαλουργεί – δίνοντας κρασιά μέτριας συνήθως αρωματικής έντασης, υψηλής οξύτητας και με χαρακτηριστικό γευστικό φόντο ορυκτών.
Βηλάνα
Αποκλειστικό μονοπώλιο της Κρήτης. Φτάνει σε μέτριου ύψους αλκοολικό βαθμό και δίνει κρασιά μαλακά, με φρουτώδη αρώματα.
Μοσχάτο Αλεξανδρείας και Μοσχάτο άσπρο (μικρόρωγο)
Από τις πλέον ενδιαφέρουσες και ευγενικές ποικιλίες. Ενώ και οι δύο παρουσιάζουν τα ίδια επίπεδα αλκοόλ, οξύτητας και αρωματικής έντασης, η φινέτσα, η αρωματική και γευστική πολυπλοκότητα, αλλά και οι δυνατότητες παλαίωσης (στην περίπτωση των γλυκών κρασιών) του Μοσχάτου Άσπρου είναι κατά πολύ ανώτερες. Κοιτίδα του Μοσχάτου Αλεξανδρείας είναι η Λήμνος, ενώ του Μοσχάτου Άσπρου, η Σάμος. Το πρώτο έχει μεταφερθεί στη Μακεδονία και στα Επτάνησα, ενώ το Μοσχάτο Άσπρο στην Κεφαλονιά και κυρίως στην περιοχή των Πατρών. Ιταλικής προέλευσης παραλλαγή του Μοσχάτου είναι και το Moscato Trani, που στη Ρόδο δίνει ήπια γλυκά κρασιά.
Ρομπόλα
Η par excellence ποικιλία της Κεφαλονιάς, με μικρή διασπορά στα υπόλοιπα Επτάνησα και σε μικρή νησίδα στη Στερεά Ελλάδα. Μέτριο αλκοόλ, σχετικά υψηλή οξύτητα και κάπως ήπια γεύση των κρασιών.
Ερυθρές
Κοτσιφάλι
Κατεξοχήν ποικιλία της Κρήτης, για την παραγωγή ξηρών κρασιών ΟΠΑΠ «Αρχάνες» και «Πεζά». Παρουσιάζει υψηλό αλκοόλ, χαμηλή οξύτητα και μέτρια αρωματική ένταση.
Λημνιό
Ποκιλία της Λήμνου, για την παραγωγή ξηρών κρασιών. Έχει μεταφερθεί, με πολύ μεγάλη επιτυχία, στη Μακεδονία. Υψηλό αλκοόλ, μέτρια οξύτητα και αρωματική ένταση και μια καλοδεχούμενη τραχύτητα στη γεύση, είναι τα χαρακτηριστικά της.
Μανδηλαριά ή Μανδηλάρι
Ποικιλία της Πάρου, της Ρόδου και της Κρήτης. Στη Ρόδο τη λένε και Αμοργιανό. Ενώ στα δύο πρώτα νησιά τα κρασιά είναι σχετικά ήπια, στην Κρήτη το Μανδηλάρι (σε ανάμειξη με το Κοτσιφάλι) δίνει πιο εύρωστα κρασιά.
Μαυροτράγανο
Σχεδόν εξαφανισμένη και ξεχασμένη ποικιλία της Σαντορίνης. Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει μια συγκινητική προσπάθεια διάσωσής της, κυρίως από τον Πάρι Σιγάλα.