Σε όσους έχουν μνήμες ή δέχτηκαν αφηγήσεις από ορεινές περιοχές της Ελλάδας, η λέξη «χειμαδιά» φέρνει στον νου τα κοπάδια αιγοπροβάτων, που μετακινούσαν -και μετακινούν ακόμα- οι βοσκοί σε πεδινές περιοχές τους δύσκολους μήνες του χειμώνα για να ξεχειμωνιάσουν, πριν επιστρέψουν στα ορεινά βοσκοτόπια τους την άνοιξη. Χαρακτηριστική της ελληνικής παραδοσιακής κτηνοτροφίας αιγοπροβάτων και συνυφασμένη με τη ζωή στις ορεινές κοινότητες της χώρας, η μετακινούμενη κτηνοτροφία περιγράφεται επισήμως ως η ετήσια μετακίνηση κοπαδιών μεταξύ θερινών και χειμερινών βοσκοτόπων, ανεξάρτητα από το μέσο και την απόσταση που διανύουν.
Μια πρακτική που, όπως περιγράφει στη σχετική ανακοίνωσή της η ΕΔΟΚ (Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος), «βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτισμικής και κοινωνικής συγκρότησης των ορεινών κτηνοτροφικών κοινοτήτων, ενώ έχει συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση του τοπίου των περιοχών όπου αναπτύχθηκε ιστορικά», η Μετακινούμενη Κτηνοτροφία υιοθετήθηκε ως μνημείο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO, μετά από την κοινή υποβολή σχετικού φακέλου από την Ιταλία, την Αυστρία και την Ελλάδα, όπου η πρακτική αυτή αποτελεί σημαντικό στοιχείο πολιτιστικής κληρονομιάς.
«Οι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι είναι φορείς γνώσεων και πρακτικών, που σχετίζονται αφενός με τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων φυσικών πόρων (λιβάδια, υδάτινες πηγές κ.ά.) και των κλιματικών δεδομένων και αφετέρου με την παραγωγή ποιοτικών αγροδιατροφικών προϊόντων», επισημαίνει η ΕΔΟΚ, ενώ θυμίζουμε ότι η Σύμβαση για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς αποτελεί διεθνή Συνθήκη, που υιοθετήθηκε από την UNESCO το 2003 και κυρώθηκε από την Ελλάδα το 2006 με σκοπό να διαφυλάξει πολιτισμικές πρακτικές (πχ εκφράσεις, δραστηριότητες, γνώσεις και πληροφορίες, όπως μύθοι, έθιμα, προφορικές παραδόσεις, αλλά και δεξιότητες ή τεχνικές) οι οποίοι συγκροτούν τη ζωντανή παράδοση ενός πολιτισμού χωρίς να αφήνουν πάντοτε απτό, υλικό ίχνος.